Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόferràre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ferˈrare] 1 καρφώνω με πρόκες σόλα παπουτσιού 2 πεταλώνω 3 προσαρμόζω με σίδερο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |