Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόferraménta
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ferraˈmenta] 1 (negozio) το σιδηροπωλείο 2 (articoli) τα σιδηρικά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |