Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

epitomàre (ρ. μτβ.) epuratóre (αρσ. επίθ και ουσ)
epitomatóre (ουσ αρσ ) epurazióne (θηλ.ουσ)
epìtome (θηλ.ουσ) equàbile (επίθ.)
Epittèto (κύρ.όν. αρσ.) equabilità (θηλ.ουσ)
epizòo (ουσ αρσ ) equalizzàre (ρ. μτβ.)
epizoòtico (επίθ.) equalizzazióne (θηλ.ουσ)
epizoozìa (θηλ.ουσ) equaménte (επίρ.)
època (θηλ.ουσ) equànime (επίθ.)
epòdico (επίθ.) equanimità (θηλ.ουσ)
epòdo (ουσ αρσ ) equatóre (ουσ αρσ )
epònimo (ουσ αρσ ) equatoriàle (ουσ αρσ )
epopèa (θηλ.ουσ) equatoriàle (επίθ.)
èpos (ουσ αρσ ) equazióne (θηλ.ουσ)
epossìdico (επίθ.) equèstre (επίθ.)
epòssido (ουσ αρσ ) equiàngolo (επίθ.)
eppùre (σύνδ.) equidistànte (επίθ.)
èpsilon (ουσ αρσ και θηλ.) equidistànza (θηλ.ουσ)
epsomìte (θηλ.ουσ) equidistàre (ρ.αμτβ.)
eptacòrdo (ουσ αρσ ) equilàtero (επίθ.)
eptàno (ουσ αρσ ) equilibràre (ρ. μτβ.)
eptasìllabo (ουσ αρσ ) equilibrarsi (ρ.μ. (αντων.))
epùlide (θηλ.ουσ) equilibràto (επίθ.)
epulóne (ουσ αρσ ) equilibratóre (ουσ αρσ )
epuràre (ρ. μτβ.) equilibratóre (επίθ.)
epuràto (αρσ. επίθ και ουσ) equilibratrìce (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: