Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

dimésso (επίθ.) dimostràbile (επίθ.)
dimestichézza (θηλ.ουσ) dimostrabilità (θηλ.ουσ)
dìmetro (ουσ αρσ ) dimostrànte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
diméttere (ρ. μτβ.) dimostràre (ρ. μτβ.)
diméttersi (ρ. μ. αμτβ.) dimostrarsi (ρ.μ. (αντων.))
dimezzaménto (ουσ αρσ ) dimostratìvo (επίθ.)
dimezzàre (ρ. μτβ.) dimostratóre (ουσ αρσ )
dimezzàto (επίθ.) dimostrazióne (θηλ.ουσ)
diminuèndo (ουσ αρσ ) dìna (θηλ.ουσ)
diminuìbile (επίθ.) dinàmica (θηλ.ουσ)
diminuìre (ρ.αμτβ.) dinamicità (θηλ.ουσ)
diminuìre (ρ. μτβ.) dinàmico (επίθ.)
diminuirsi (ρ.μ. (αντων.)) dinamìsmo (ουσ αρσ )
diminutìvo (ουσ αρσ ) dinamitàrdo (ουσ αρσ )
diminutìvo (επίθ.) dinamitàrdo (επίθ.)
diminutóre (αρσ. επίθ και ουσ) dinamìte (θηλ.ουσ)
diminuzióne (θηλ.ουσ) dinamìtico (επίθ.)
dimissionàre (ρ. μτβ.) dìnamo (θηλ.ουσ)
dimissionàrio (επίθ.) dinamoelèttrico (επίθ.)
dimissióne (θηλ.ουσ) dinamometrìa (επίθ.)
dimissòria (θηλ.ουσ) dinamomètrico (επίθ.)
dimòra (θηλ.ουσ) dinamòmetro (ουσ αρσ )
dimoràre (ρ.αμτβ.) dinànzi (ουσ αρσ )
dimorfìsmo (ουσ αρσ ) dinànzi (επίθ.)
dimòrfo (επίθ.) dinànzi (επίρ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: