Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdinànzi
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [diˈnantsi] 1 μπροστά τμήμα 2 το μπροστινό μέρος dinànzi επίθετο Προσφορά I.P.A.: [diˈnantsi] 1 προηγούμενος 2 μπροστινός dinànzi επίρρημα Προσφορά I.P.A.: [diˈnantsi] μπροστά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |