Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdìne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈdine] δίνη (μονάδα δύναμης στο CGS) (χρησιμοποίησε καλύτερα το dina) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |