Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

venefìcio (ουσ αρσ ) venóso (επίθ.)
venèfico (αρσ. επίθ και ουσ) ventàglia (θηλ.ουσ)
veneràbile (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) ventagliàio (ουσ αρσ )
venerabilità (θηλ.ουσ) ventàglio (ουσ αρσ )
venerabilménte (επίρ.) ventàta (θηλ.ουσ)
veneràndo (επίθ.) ventennàle (ουσ αρσ )
veneràre (ρ. μτβ.) ventennàle (επίθ.)
venerazióne (θηλ.ουσ) ventènne (ουσ αρσ )
venerdì (ουσ αρσ ) ventènne (θηλ.ουσ)
vènere (θηλ.ουσ) ventènne (επίθ.)
venèreo (επίθ.) ventènnio (ουσ αρσ )
vèneto (ουσ αρσ ) ventèsimo (ουσ αρσ )
vèneto (επίθ.) ventèsimo (επίθ.)
Venèzia (θηλ.ουσ) vénti ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
veneziàna (θηλ.ουσ) venticìnque ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
veneziàno (ουσ αρσ ) venticinquènne (αρσ. επίθ και ουσ)
veneziàno (επίθ.) venticinquènne (θηλ.ουσ)
venezuelàno (ουσ αρσ ) venticinquènnio (ουσ αρσ )
venezuelàno (επίθ.) venticinquèsimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
vènia (θηλ.ουσ) ventidùe (αρσ. επίθ και ουσ)
veniàle (επίθ.) ventiduèsimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
venialità (θηλ.ουσ) ventilàbro (ουσ αρσ )
veniènte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) ventilàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
venìre (ουσ αρσ ) ventilàto (επίθ.)
venìre (ρ.αμτβ.) ventilatóre (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: