Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόveneziàno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [venetˈtsjano] 1 Βενετσιάνος 2 διάλεκτος της Βενετίας 3 Βενετός 4 Ενετός veneziàno επίθετο Προσφορά I.P.A.: [venetˈtsjano] βενετσιάνικος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |