Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvenèreo
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [veˈnɛreo] 1 σχετικός με αφροδίσιο νόσημα 2 αφροδίσιος permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαmalattia [θηλ.] venerea = το αφροδίσιο νόσημα Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |