Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


ventilàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [ventiˈlare]

1 φέρνω στο φως
2 φέρνω στη δημοσιότητα
3 συζητώ ελεύθερα
4 ξεχωρίζω άχυρο από στάρι
5 λιχνίζω
6 εξετάζω
7 ανεμίζω
8 αερίζω
9 εξαερίζω
10 βγάζω στη φόρα
11 αναρριπίζω
12 ριπίζω


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ventilabro ventilato  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

venticinquennio (ουσ αρσ )
venticinquesimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
ventidue (αρσ. επίθ και ουσ)
ventiduesimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
ventilabro (ουσ αρσ )
ventilare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
ventilato (επίθ.)
ventilatore (ουσ αρσ )
ventilazione (θηλ.ουσ)
ventimila ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
ventimillesimo (αρσ. επίθ και ουσ)
ventina (θηλ.ουσ)
ventino (ουσ αρσ )
ventinove (αρσ. επίθ και ουσ)
ventinovesimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
ventiquattresimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
ventiquattro ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
ventisei ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
ventiseiesimo (αρσ. επίθ και ουσ)
ventisette (αρσ. επίθ και ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---