Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


ventiseièsimo  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [,ventiseˈjɛzimo]

εικοστός έκτος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ventisei ventisette  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ventinove (αρσ. επίθ και ουσ)
ventinovesimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
ventiquattresimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
ventiquattro ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
ventisei ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
ventiseiesimo (αρσ. επίθ και ουσ)
ventisette (αρσ. επίθ και ουσ)
ventisettesimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
ventitré ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
ventitreesimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
vento (ουσ αρσ )
ventola (θηλ.ουσ)
ventosa (θηλ.ουσ)
ventosità (θηλ.ουσ)
ventoso (αρσ. επίθ και ουσ)
ventottesimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
ventotto ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
ventrale (αρσ. επίθ και ουσ)
ventre (ουσ αρσ )
ventresca (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---