Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ùltimo (ουσ αρσ ) ultrapotènte (επίθ.)
ùltimo (επίθ.) ultraràpido (επίθ.)
ultimogènito (ουσ αρσ ) ultrarósso (αρσ. επίθ και ουσ)
ultimogènito (επίθ.) ultrasensìbile (επίθ.)
ultóre (αρσ. επίθ και ουσ) ultrasinìstra (θηλ.ουσ)
ultrà (ουσ αρσ και θηλ.) ultrasonòro (επίθ.)
ultra (επίθ.) ultrastruttùra (θηλ.ουσ)
ultra (επίρ.) ultrasuòno (ουσ αρσ )
ultracentenàrio (αρσ. επίθ και ουσ) ultrasuonoterapìa (θηλ.ουσ)
ultracentrìfuga (θηλ.ουσ) ultraterréno (επίθ.)
ultracentrifugazióne (θηλ.ουσ) ultraviolétto (ουσ αρσ )
ultracórto (επίθ.) ultraviolétto (επίθ.)
ultracùstica (θηλ.ουσ) ultravìrus (ουσ αρσ )
ultracùstico (επίθ.) ultravuòto (ουσ αρσ )
ultraelevato (επίθ.) ululante (επίθ.)
ultrafiltrazióne (θηλ.ουσ) ululàre (ρ.αμτβ.)
ultrafìltro (ουσ αρσ ) ululàto (αρσ. επίθ και ουσ)
ultramarìno (επίθ.) ùlulo (ουσ αρσ )
ultramicròmetro (ουσ αρσ ) ùlva (θηλ.ουσ)
ultramicroscopìa (θηλ.ουσ) umanaménte (επίρ.)
ultramicroscòpico (επίθ.) umanàrsi (ρ. μ. αμτβ.)
ultramicroscòpio (ουσ αρσ ) umanazióne (θηλ.ουσ)
ultramicròtomo (ουσ αρσ ) umanésimo (ουσ αρσ )
ultramodèrno (επίθ.) umanìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
ultramontàno (επίθ.) umanìstico (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: