Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


ultrastruttùra  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ultrastrutˈtura]

υπερδομή


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ultrasonoro ultrasuono  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ultrarapido (επίθ.)
ultrarosso (αρσ. επίθ και ουσ)
ultrasensibile (επίθ.)
ultrasinistra (θηλ.ουσ)
ultrasonoro (επίθ.)
ultrastruttura (θηλ.ουσ)
ultrasuono (ουσ αρσ )
ultrasuonoterapia (θηλ.ουσ)
ultraterreno (επίθ.)
ultravioletto (ουσ αρσ )
ultravioletto (επίθ.)
ultravirus (ουσ αρσ )
ultravuoto (ουσ αρσ )
ululante (επίθ.)
ululare (ρ.αμτβ.)
ululato (αρσ. επίθ και ουσ)
ululo (ουσ αρσ )
ulva (θηλ.ουσ)
umanamente (επίρ.)
umanarsi (ρ. μ. αμτβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---