Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόumanìsta
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [umaˈnista] 1 μελετητής κλασικών επιστημών 2 ανθρωπιστής 3 αλτρουιστής 4 μελετητής ανθρωπιστικών επιστημών 5 ουμανιστής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |