Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόumanitàrio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [umaniˈtarjo] 1 φιλάνθρωπος 2 ανθρωπιστής umanitàrio επίθετο Προσφορά I.P.A.: [umaniˈtarjo] 1 φιλανθρωπικός 2 ανθρωπιστικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |