Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

succhiatóre (αρσ. επίθ και ουσ) sud (αρσ. επίθ και ουσ)
succhiellaménto (ουσ αρσ ) sudacchiàre (ρ.αμτβ.)
succhiellàre (ρ. μτβ.) sudafricàno (ουσ αρσ )
succhièllo (ουσ αρσ ) sudafricàno (επίθ.)
sùcchio (ουσ αρσ ) sudamericàno (ουσ αρσ )
succhióne (ουσ αρσ ) sudamericàno (επίθ.)
succhiòtto (ουσ αρσ ) sudanése (ουσ αρσ )
succiacàpre (ουσ αρσ ) sudanése (θηλ.ουσ)
succiamèle (ουσ αρσ ) sudanése (επίθ.)
succìngere (ρ. μτβ.) sudàre (ρ.αμτβ.)
succìnico (επίθ.) sudàrio (ουσ αρσ )
sùccino (ουσ αρσ ) sudàta (θηλ.ουσ)
succintaménte (επίρ.) sudatìccio (αρσ. επίθ και ουσ)
succintézza (θηλ.ουσ) sudàto (επίθ.)
succìnto (επίθ.) sudcoreàno (ουσ αρσ )
succitàto (επίθ.) sudcoreàno (επίθ.)
sùcco (ουσ αρσ ) suddelegàre (ρ. μτβ.)
succosaménte (επίρ.) suddétto (επίθ.)
succosità (θηλ.ουσ) suddiaconàto, suddiaconàto (ουσ αρσ )
succóso (επίθ.) suddiàcono, suddiàcono (ουσ αρσ )
sùccube (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) suddistìnguere (ρ. μτβ.)
succulènto (επίθ.) sudditànza (θηλ.ουσ)
succursàle (θηλ. επίθ και ουσ) sùddito (αρσ. επίθ και ουσ)
succutàneo (επίθ.) suddivìdere (ρ. μτβ.)
sùcido (επίθ.) suddivisìbile (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: