ItalianoGreco


succintézza  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [sutʧinˈtettsa]

1 συνοπτικότητα
2 βραχυλογία
3 εκφραστική λιτότητα
4 λακωνικότητα
5 περιεκτικότητα
6 συντομία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---