Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

foggiàre (ρ. μτβ.) folgorànte (επίθ.)
foggiatùra (θηλ.ουσ) folgoràre (ρ.αμτβ.)
fòglia (θηλ.ουσ) folgoràre (ρ. μτβ.)
fogliàceo (επίθ.) folgorazióne (θηλ.ουσ)
fogliàme (ουσ αρσ ) fólgore (θηλ.ουσ)
fogliàre (ρ.αμτβ.) folgorìte (θηλ.ουσ)
fogliàto (επίθ.) folk (αρσ. επίθ και ουσ)
fogliazióne (θηλ.ουσ) folklóre (ουσ αρσ )
fogliètto (ουσ αρσ ) fólla, fòlla (θηλ.ουσ)
foglìfero (επίθ.) follàre (ρ. μτβ.)
fòglio (ουσ αρσ ) follatóre (ουσ αρσ )
fogliolìna (θηλ.ουσ) follatrìce (θηλ.ουσ)
fógna (θηλ.ουσ) follatùra (θηλ.ουσ)
fognàre (ρ. μτβ.) fòlle (ουσ αρσ και θηλ.)
fognatùra (θηλ.ουσ) fòlle (επίθ.)
fòia (θηλ.ουσ) folleggiaménto (ουσ αρσ )
fòiba (θηλ.ουσ) folleggiàre (ρ.αμτβ.)
fòla (θηλ.ουσ) folleménte (επίρ.)
fòlade (θηλ.ουσ) follétto (ουσ αρσ )
fòlaga (θηλ.ουσ) follìa (θηλ.ουσ)
folàta (θηλ.ουσ) follicolàre (επίθ.)
folclóre (ουσ αρσ ) follicolìna (θηλ.ουσ)
folclòrico (επίθ.) follicolìte (θηλ.ουσ)
folclorìsta (ουσ αρσ και θηλ.) follìcolo (ουσ αρσ )
folclorìstico (επίθ.) follóne (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: