ItalianoGreco


fòlle  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈfɔlle]

ο τρελός (-ή)

fòlle  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ˈfɔlle]

τρελός (-ή, -ό)


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


in folle = στο νεκρό



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---