Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

distributìvo (επίθ.) disubbidìre (ρ.αμτβ.)
distributóre (ουσ αρσ ) disuguagliànza (θηλ.ουσ)
distributóre (επίθ.) disuguagliàre (ρ. μτβ.)
distribuzióne (θηλ.ουσ) disuguàle (επίθ.)
districàbile (επίθ.) disumanàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
districàre (ρ. μτβ.) disumanarsi (ρ.μ. (αντων.))
districarsi (ρ.μ. (αντων.)) disumanità (θηλ.ουσ)
distrofìa (θηλ.ουσ) disumàno (επίθ.)
distròfico (αρσ. επίθ και ουσ) disunióne (θηλ.ουσ)
distrùggere (ρ. μτβ.) disunìre (ρ. μτβ.)
distruggersi (ρ.μ. (αντων.)) disunirsi (ρ.μ. (αντων.))
distruttìbile (επίθ.) disunìto (επίθ.)
distruttìvo (επίθ.) disùria, disurìa (θηλ.ουσ)
distrùtto (επίθ.) disusàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
distruttóre (ουσ αρσ ) disusàto (επίθ.)
distruttóre (επίθ.) disùso (ουσ αρσ )
distruzióne (θηλ.ουσ) disùtile (ουσ αρσ )
disturbàre (ρ. μτβ.) disùtile (επίθ.)
disturbarsi (ρ.μ. (αντων.)) disutilità (θηλ.ουσ)
disturbàto (επίθ.) disvalóre (ουσ αρσ )
disturbatóre (ουσ αρσ ) disvestìre (ρ. μτβ.)
disturbatóre (επίθ.) disvestirsi (ρ.μ. (αντων.))
distùrbo (ουσ αρσ ) disviàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
disubbidiènte (επίθ.) disvolére (ρ. μτβ.)
disubbidiènza (θηλ.ουσ) ditàle (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: