Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

precòce (επίθ.) precorritóre (επίθ.)
precoceménte (επίρ.) precostituìre (ρ. μτβ.)
precocità (θηλ.ουσ) precostituìto (επίθ.)
precognitìvo (επίθ.) precòtto (επίθ.)
precògnito (αρσ. επίθ και ουσ) precristiàno (επίθ.)
precognizióne (θηλ.ουσ) precuòcere (ρ. μτβ.)
precolombiàno (επίθ.) precursóre (ουσ αρσ )
precombustióne (θηλ.ουσ) precursóre (επίθ.)
precompressióne (θηλ.ουσ) prèda (θηλ.ουσ)
precomprèsso (επίθ.) predàre (ρ. μτβ.)
precomprìmere (ρ. μτβ.) predatóre (ουσ αρσ )
preconcètto (ουσ αρσ ) predatóre (επίθ.)
preconcètto (επίθ.) predatòrio (επίθ.)
preconfezionaménto (ουσ αρσ ) predazióne (θηλ.ουσ)
preconfezionàre (ρ. μτβ.) predecessóre (ουσ αρσ )
preconizzàre (ρ. μτβ.) predèlla (θηλ.ουσ)
preconizzatóre (αρσ. επίθ και ουσ) predellìno (ουσ αρσ )
preconizzazióne (θηλ.ουσ) predestinàre (ρ. μτβ.)
preconoscènza (θηλ.ουσ) predestinàto (ουσ αρσ )
preconóscere (ρ. μτβ.) predestinàto (επίθ.)
precònscio (αρσ. επίθ και ουσ) predestinazióne (θηλ.ουσ)
precordiàle (επίθ.) predestinazionìsmo (ουσ αρσ )
precòrdio (ουσ αρσ ) predeterminàre (ρ. μτβ.)
precórrere (ρ. μτβ. και αμετβ.) predeterminazióne (θηλ.ουσ)
precorritóre (ουσ αρσ ) predétto (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: