Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpredestinàto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [predestiˈnato] προορισμός predestinàto επίθετο Προσφορά I.P.A.: [predestiˈnato] 1 προαποφασισμένος 2 προορισμένος 3 καταδικασμένος 4 προκαθορισμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |