Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

négligé (ουσ αρσ ) négro (ουσ αρσ )
negligènte (ουσ αρσ ) négro (επίθ.)
negligènte (επίθ.) negroamericàno (επίθ.)
negligenteménte (επίρ.) negròide (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
negligènza (θηλ.ουσ) negromànte (ουσ αρσ και θηλ.)
neglìgere (ρ.αμτβ.) negromàntico (επίθ.)
neglìgere (ρ. μτβ.) negromanzìa (θηλ.ουσ)
negoziàbile (επίθ.) nèh (επιφ.)
negoziabilità (θηλ.ουσ) nél (έναρθ. πρόθ.)
negoziàle (επίθ.) nèlson (ουσ αρσ )
negoziànte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) nelùmbio (ουσ αρσ )
negoziàre (ρ.αμτβ.) nelùmbo (ουσ αρσ )
negoziàre (ρ. μτβ.) nematelminti (ουσ αρσ πληθ.)
negoziàto (ουσ αρσ ) nematòdi (ουσ αρσ πληθ.)
negoziatóre (ουσ αρσ ) nembìfero (επίθ.)
negoziazióne (θηλ.ουσ) némbo (ουσ αρσ )
negòzio (ουσ αρσ ) nembostràto (ουσ αρσ )
négra (θηλ.ουσ) nemèo (επίθ.)
negrétto (ουσ αρσ ) nèmesi (θηλ.ουσ)
negrière (αρσ. επίθ και ουσ) nemìco (ουσ αρσ )
negrièro (ουσ αρσ ) nemìco (επίθ.)
negrièro (επίθ.) nemméno (επίρ.)
negrità (θηλ.ουσ) nènia (θηλ.ουσ)
negrìto (αρσ. επίθ και ουσ) nenufàro, nenùfaro (ουσ αρσ )
negritùdine (θηλ.ουσ) nenùfero (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: