ItalianoGreco


neglìgere  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [neˈgliʤere]

1 δίνω μικρή σημασία
2 ολιγωρώ
3 αμελώ
4 παραμελώ

neglìgere  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [neˈgliʤere]

1 ολιγωρώ
2 αμελώ
3 αβλεπτώ


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---