Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόriguàrdo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [riˈgwardo] ο σεβασμός permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαriguardo a = ως προς, σχετικά με Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |