Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrilasciàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [rilaʃˈʃare] 1 (detenuto) αφήνω ελεύθερο 2 (documento, dichiarazione) χορηγώ rilasciarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [rilaʃˈʃarsi] 1 αφήνομαι ξανά 2 εκτονώνομαι 3 αναπαύομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |