Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrileccàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [rilekˈkare] 1 περνώ το τελευταίο χέρι 2 γλείφω ξανά 3 κάνω τελικό φινίρισμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |