Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrilettùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [riletˈtura] 1 εκ νέου ανάγνωση 2 δεύτερη ανάγνωση 3 διάβασμα από την αρχή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |