Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


riguardàta  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [rigwarˈdata]

1 βλέμμα
2 ματιά


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  riguardarsi riguardo  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

rigridare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
riguadagnare (ρ. μτβ.)
riguardante (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
riguardare (ρ.αμτβ.)
riguardarsi (ρ.μ. (αντων.))
riguardata (θηλ.ουσ)
riguardo (ουσ αρσ )
riguardosamente (επίρ.)
riguardoso (επίθ.)
rigurgitante (επίθ.)
rigurgitare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
rigurgito (ουσ αρσ )
rilanciare (ρ. μτβ.)
rilanciarsi (ρ.μ. (αντων.))
rilancio (ουσ αρσ )
rilasciare (ρ. μτβ.)
rilasciarsi (ρ.μ. (αντων.))
rilascio (ουσ αρσ )
rilassamento (ουσ αρσ )
rilassante (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---