Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


riguadagnàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [rigwadaɲˈɲare]

1 ξανακερδίζω
2 επιστρέφω
3 ρεφάρω
4 ξαναπαίρνω
5 αλλάζω προς το καλύτερο
6 επανακτώ
7 ξαναβρίσκω
8 ξανακερδίζω τα χαμένα
9 ανακτώ
10 ξεγυρίζω
11 συνέρχομαι
12 παίρνω πίσω τα χαμένα


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  rigridare riguardante  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

rigoroso (επίθ.)
rigovernare (ρ. μτβ.)
rigovernata (θηλ.ουσ)
rigovernatura (θηλ.ουσ)
rigridare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
riguadagnare (ρ. μτβ.)
riguardante (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
riguardare (ρ.αμτβ.)
riguardarsi (ρ.μ. (αντων.))
riguardata (θηλ.ουσ)
riguardo (ουσ αρσ )
riguardosamente (επίρ.)
riguardoso (επίθ.)
rigurgitante (επίθ.)
rigurgitare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
rigurgito (ουσ αρσ )
rilanciare (ρ. μτβ.)
rilanciarsi (ρ.μ. (αντων.))
rilancio (ουσ αρσ )
rilasciare (ρ. μτβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---