Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpattinàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [pattiˈnare] 1 (su ghiaccio) κάνω πατινάζ 2 (a rotelle) κάνω ρόλερ-σκέιτινγκ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |