Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

κρουνός [ουσ αρσ ] κρυαναισθησία [θηλ.ουσ]
κρουπιέρης {κρουπιέρη... κρύβγω [ρ. μτβ.]
κρουσεμός [ουσ αρσ ] κρύβομαι [ρ. παθ.]
κρουσεύγω [ρ.] κρυβούμαι [ρ. παθ.]
κρουσεύω [ρ. μτβ.] κρύβω {έκρυψα, κ...
κρούση {-ης κ. -ε... κρυγιάδα [θηλ.ουσ]
κρουσιά [θηλ.ουσ] κρυγιαίνω [ρ.]
κρουσιάρης [ουσ αρσ ] κρύγιο [ουσ ουδ.]
κρούσμα {κρούσμ-ατ... κρυγιός [επίθ.]
κρουσμένος [επίθ.] κρυμμένος [επίθ.]
κρούσος [ουσ ουδ.] κρύο [ουσ ουδ.]
κρούστα {κρουστών} κρύα [ουσ ουδ πληθ.]
κρουσταλλένιος [επίθ.] κρυοβιολογία [θηλ.ουσ]
κρουσταλλιάζω μππ. κρουσ... κρυογενετική [θηλ.ουσ]
κρουσταλλιασμένος [επίθ.] κρυογενετικός [επίθ.]
κρούσταλλο {κρουστάλλ... κρυογονική {χωρ. πληθ...
κρούστης [ουσ αρσ ] κρυοθεραπεία {χωρ. πληθ...
κρουστικός [επίθ.] κρυόκωλος [επίθ.]
κρουστός [επίθ.] κρυόλιθος {κρυολίθ-ο...
κρουταλίζω [ρ. μτβ. και αμετβ.] κρυολόγημα {κρυολογήμ...
κρουφεύγω [ρ.] κρυολογημένος [επίθ.]
κρούω {έκρουσα, ... κρυολογώ {κρυολογεί...
κρύα [επίρ.] κρυομετρία [θηλ.ουσ]
κρυάδα [θηλ.ουσ] κρυομετρικός [επίθ.]
κρυάδες [θηλ. ουσ πληθ.] κρυόμετρο [ουσ ουδ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: