Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κρουνός  
ουσιαστικό αρσενικό

1 rubine`tto ~m~
2 polla ~f~, fontani`le ~f~, sorge`nte ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κρουνηδόν κρουπιέρης  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---