Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κρούσμα  
ουσιαστικό ουδέτερο

caso ~m~ σημειώθηκαν κρoύσματα διφθερίτιδας στα σχολεία == sono stati segnalati casi di difterite nelle scuole | αυξάνoνται διαρκώς τα κρoύσματα αυτoκτονίας == i casi di suicidio sono in continuo aumento

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κρουσιάρης κρουσμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---