Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

mitézza (θηλ.ουσ) mitòlogo (ουσ αρσ )
miticizzàre (ρ. μτβ.) mitòmane (ουσ αρσ και θηλ.)
mìtico (επίθ.) mitòmane (επίθ.)
mitigàbile (επίθ.) mitomanìa (θηλ.ουσ)
mitigaménto (ουσ αρσ ) mitòsi (θηλ.ουσ)
mitigàre (ρ. μτβ.) mitòtico (επίθ.)
mitigarsi (ρ.μ. (αντων.)) mìtra (ουσ αρσ )
mitigatìvo (επίθ.) mìtra (θηλ.ουσ)
mitigatóre (ουσ αρσ ) mitràglia (θηλ.ουσ)
mitigatóre (επίθ.) mitragliaménto (ουσ αρσ )
mitigazióne (θηλ.ουσ) mitragliàre (ρ. μτβ.)
Mitilène (κύρ.όν. θηλ.) mitragliàta (θηλ.ουσ)
mitilicoltóre (ουσ αρσ ) mitragliatóre (αρσ. επίθ και ουσ)
mitilicoltùra (θηλ.ουσ) mitragliatrìce (θηλ.ουσ)
mìtilo (ουσ αρσ ) mitraglièra (θηλ.ουσ)
mitizzàre (ρ.αμτβ.) mitraglière (ουσ αρσ )
mitizzàre (ρ. μτβ.) mitràle (θηλ. επίθ και ουσ)
mitizzazióne (θηλ.ουσ) mitràlico (αρσ. επίθ και ουσ)
mìto (ουσ αρσ ) mìtria (θηλ.ουσ)
mitocondriàle (επίθ.) mitridàtico (αρσ. επίθ και ουσ)
mitocòndrio (ουσ αρσ ) mitridatìsmo (ουσ αρσ )
mitografìa (θηλ.ουσ) mitridatizzàre (ρ. μτβ.)
mitògrafo (ουσ αρσ ) mitridatizzazióne (θηλ.ουσ)
mitologìa (θηλ.ουσ) mitteleuropèo (επίθ.)
mitològico (επίθ.) mittènte (ουσ αρσ και θηλ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: