Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

tràrre (ρ. μτβ. και αμετβ.) trascórso (ουσ αρσ )
trarsi (ρ.μ. (αντων.)) trascórso (επίθ.)
trasaliménto (ουσ αρσ ) trascrìtto (επίθ.)
trasalìre (ρ.αμτβ.) trascrittóre (ουσ αρσ )
trasandàto (επίθ.) trascrìvere (ρ. μτβ.)
trasbordàre (ρ.αμτβ.) trascrizióne (θηλ.ουσ)
trasbordàre (ρ. μτβ.) trascuràbile (επίθ.)
trasbórdo (ουσ αρσ ) trascurànza (θηλ.ουσ)
trascégliere (ρ. μτβ.) trascuràre (ρ. μτβ.)
trascendentàle (επίθ.) trascurarsi (ρ.μ. (αντων.))
trascendentalìsmo (ουσ αρσ ) trascurataménte (επίρ.)
trascendentalità (θηλ.ουσ) trascuratézza (θηλ.ουσ)
trascendentalménte (επίρ.) trascuràto (αρσ. επίθ και ουσ)
trascendènte (αρσ. επίθ και ουσ) trasduttóre (ουσ αρσ )
trascendènza (θηλ.ουσ) trasduzióne (θηλ.ουσ)
trascéndere, trascèndere (ρ.αμτβ.) trasecolaménto (ουσ αρσ )
trascéndere, trascèndere (ρ. μτβ.) trasecolàre (ρ.αμτβ.)
trascinaménto (ουσ αρσ ) trasferìbile (αρσ. επίθ και ουσ)
trascinàre (ρ. μτβ.) trasferiménto (ουσ αρσ )
trascinarsi (ρ.μ. (αντων.)) trasferìre (ρ. μτβ.)
trascoloraménto (ουσ αρσ ) trasferirsi (ρ.μ. (αντων.))
trascoloràre (ρ. μτβ. και αμετβ.) trasfèrta (θηλ.ουσ)
trascolorarsi (ρ.μ. (αντων.)) trasfiguràre (ρ. μτβ.)
trascórrere (ρ.αμτβ.) trasfigurarsi (ρ.μ. (αντων.))
trascórrere (ρ. μτβ.) trasfigurazióne (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: