Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtrascoloràre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [traskoloˈrare] 1 γίνομαι άσπρος σαν το πανί 2 ωχριώ 3 ωχραίνω 4 χάνω το χρώμα μου 5 πελιδνούμαι 6 πανιάζω trascolorarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [traskoloˈrarsi] 1 πελιδνούμαι 2 πανιάζω 3 ωχριώ 4 χάνω το χρώμα μου 5 γίνομαι άσπρος σαν το πανί 6 ωχραίνω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |