Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

Super–Ìo, Super–ìo (ουσ αρσ ) supersistèma (ουσ αρσ )
superióra (θηλ.ουσ) supersònico (επίθ.)
superioràto (ουσ αρσ ) superspazio (ουσ αρσ )
superióre (ουσ αρσ ) superstella (θηλ.ουσ)
superióre (επίθ.) supèrstite (ουσ αρσ και θηλ.)
superiorità (θηλ.ουσ) supèrstite (επίθ.)
superiorménte (επίρ.) superstizióne (θηλ.ουσ)
superlativaménte (επίρ.) superstiziosaménte (επίρ.)
superlatìvo (ουσ αρσ ) superstiziosità (θηλ.ουσ)
superlatìvo (επίθ.) superstizióso (αρσ. επίθ και ουσ)
superlavóro (ουσ αρσ ) superstràda (θηλ.ουσ)
superléga (θηλ.ουσ) supertestimòne (ουσ αρσ και θηλ.)
supermercàto (ουσ αρσ ) superuòmo (ουσ αρσ )
supèrno (επίθ.) supervisióne (θηλ.ουσ)
supernòva (θηλ.ουσ) supervisóre (αρσ. επίθ και ουσ)
supernutrizióne (θηλ.ουσ) supinazióne (θηλ.ουσ)
sùpero (ουσ αρσ ) supìno (ουσ αρσ )
sùpero (επίθ.) supìno (επίθ.)
superi (ουσ αρσ πληθ.) suppellèttile (θηλ.ουσ)
superòtto (ουσ αρσ και θηλ.) suppergiù (επίρ.)
superperìto (ουσ αρσ ) supplementàre (επίθ.)
superperìzia (θηλ.ουσ) suppleménto (ουσ αρσ )
superpetrolièra (θηλ.ουσ) supplentàto (ουσ αρσ )
superpotènza (θηλ.ουσ) supplènte (ουσ αρσ και θηλ.)
superproduzióne (θηλ.ουσ) supplènte (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: