Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ritoccatóre (αρσ. επίθ και ουσ) ritrattarsi (ρ.μ. (αντων.))
ritoccatùra (θηλ.ουσ) ritrattatóre (αρσ. επίθ και ουσ)
ritócco (ουσ αρσ ) ritrattazióne (θηλ.ουσ)
ritògliere (ρ. μτβ.) ritrattìsta (ουσ αρσ και θηλ.)
ritòrcere (ρ. μτβ.) ritrattìstica (θηλ.ουσ)
ritorcitóio (ουσ αρσ ) ritrattìstico (επίθ.)
ritorcitóre (ουσ αρσ ) ritràtto (ουσ αρσ )
ritorcitùra (θηλ.ουσ) ritràtto (επίθ.)
ritornàre (ρ.αμτβ.) ritrazióne (θηλ.ουσ)
ritornàre (ρ. μτβ.) ritritàre (ρ. μτβ.)
ritornéllo (ουσ αρσ ) ritrìto (επίθ.)
ritórno (ουσ αρσ ) ritrosaménte (επίρ.)
ritorsióne (θηλ.ουσ) ritrosìa (θηλ.ουσ)
ritòrta (θηλ.ουσ) ritróso (αρσ. επίθ και ουσ)
ritòrto (ουσ αρσ ) ritrovàbile (επίθ.)
ritòrto (επίθ.) ritrovaménto (ουσ αρσ )
ritosàre (ρ. μτβ.) ritrovàre (ρ. μτβ.)
ritradùrre (ρ. μτβ.) ritrovarsi (ρ.μ. (αντων.))
ritraduzióne (θηλ.ουσ) ritrovàto (αρσ. επίθ και ουσ)
ritràrre (ρ. μτβ. και αμετβ.) ritrovatóre (αρσ. επίθ και ουσ)
ritrarsi (ρ.μ. (αντων.)) ritròvo (ουσ αρσ )
ritrasméttere (ρ. μτβ.) rìtta (θηλ.ουσ)
ritrasmissióne (θηλ.ουσ) rìtto (ουσ αρσ )
ritrattàbile (επίθ.) rìtto (επίθ.)
ritrattàre (ρ. μτβ.) rituàle (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: