Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


ritràrre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [riˈtrarre]

1 ανασπώ
2 μεταπείθω
3 απομακρύνω
4 αποτραβώ
5 τραβώ
6 παραπείθω
7 περιγράφω
8 παριστάνω
9 φωτογραφίζω
10 απεικονίζω
11 αποσπώ
12 στρέφω αλλού το βλέμμα
13 αναπαριστώ
14 αποκομίζω

ritrarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [riˈtrarsi]

1 αποτραβιέμαι
2 αποσύρομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ritraduzione ritrasmettere  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ritorto (ουσ αρσ )
ritorto (επίθ.)
ritosare (ρ. μτβ.)
ritradurre (ρ. μτβ.)
ritraduzione (θηλ.ουσ)
ritrarre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
ritrarsi (ρ.μ. (αντων.))
ritrasmettere (ρ. μτβ.)
ritrasmissione (θηλ.ουσ)
ritrattabile (επίθ.)
ritrattare (ρ. μτβ.)
ritrattarsi (ρ.μ. (αντων.))
ritrattatore (αρσ. επίθ και ουσ)
ritrattazione (θηλ.ουσ)
ritrattista (ουσ αρσ και θηλ.)
ritrattistica (θηλ.ουσ)
ritrattistico (επίθ.)
ritratto (ουσ αρσ )
ritratto (επίθ.)
ritrazione (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---