Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόritràtto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [riˈtratto] το πορτραίτο, η προσωπογραφία ritràtto επίθετο Προσφορά I.P.A.: [riˈtratto] 1 αποσυρμένος 2 ιστορημένος 3 εικονισμένος 4 αποτραβηγμένος 5 ζωγραφισμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |