Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

intermodulazióne (θηλ.ουσ) internucleàre (επίθ.)
intermolecolàre (επίθ.) internùnzio (ουσ αρσ )
internaménte (επίρ.) intéro (ουσ αρσ )
internaménto (ουσ αρσ ) intéro (επίθ.)
internàre (ρ. μτβ.) interoceànico (επίθ.)
internarsi (ρ.μ. (αντων.)) interoculàre (επίθ.)
internàto (ουσ αρσ ) interòsseo (επίθ.)
internàto (επίθ.) interparietàle (επίθ.)
internazionàle (θηλ.ουσ) interparlamentàre (επίθ.)
internazionàle (επίθ.) interpartìtico (επίθ.)
internazionalìsmo (ουσ αρσ ) interpellànte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
internazionalìsta (ουσ αρσ και θηλ.) interpellànza (θηλ.ουσ)
internazionalìsta (επίθ.) interpellàre (ρ. μτβ.)
internazionalìstico (επίθ.) interpersonàle (επίθ.)
internazionalità (θηλ.ουσ) interplanetàrio (επίθ.)
internazionalizzàre (ρ. μτβ.) interpolàbile (επίθ.)
internazionalizzazióne (θηλ.ουσ) interpolaménto (ουσ αρσ )
internet (θηλ.ουσ) interpolàre (ρ. μτβ.)
internìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) interpolatóre (αρσ. επίθ και ουσ)
intèrno (ουσ αρσ ) interpolazióne (θηλ.ουσ)
intèrno (επίθ.) interpónte (ουσ αρσ )
internòdio (ουσ αρσ ) interpórre (ρ. μτβ.)
internòdo (ουσ αρσ ) interporsi (ρ.μ. (αντων.))
internografàto (επίθ.) interposizióne (θηλ.ουσ)
inter nos (επίρ.) interpretàbile (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: