Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

riverberàre (ρ. μτβ. και αμετβ.) rivìncita (θηλ.ουσ)
riverberarsi (ρ.μ. (αντων.)) rivisitàre (ρ. μτβ.)
riverberazióne (θηλ.ουσ) rivìsta (θηλ.ουσ)
rivèrbero (ουσ αρσ ) rivistaiòlo (αρσ. επίθ και ουσ)
riverènte (επίθ.) rivìvere (ρ. μτβ. και αμετβ.)
riverenteménte (επίρ.) rivivificàre (ρ. μτβ.)
riverènza (θηλ.ουσ) rìvo (ουσ αρσ )
riverenziàle (επίθ.) rivogàre (ρ.αμτβ.)
riverìre (ρ. μτβ.) rivogàre (ρ. μτβ.)
riverìto (επίθ.) rivolére (ρ. μτβ.)
riverniciàre (ρ. μτβ.) rivòlgere (ρ. μτβ.)
riverniciatùra (θηλ.ουσ) rivolgersi (ρ.μ. (αντων.))
riversaménto (ουσ αρσ ) rivolgiménto (ουσ αρσ )
riversàre (ρ. μτβ.) rìvolo (ουσ αρσ )
riversarsi (ρ.μ. (αντων.)) rivòlta (θηλ.ουσ)
rivèrso (αρσ. επίθ και ουσ) rivoltaménto (ουσ αρσ )
rivestiménto (ουσ αρσ ) rivoltànte (επίθ.)
rivestìre (ρ. μτβ.) rivoltàre (ρ. μτβ.)
rivestìto (επίθ.) rivoltarsi (ρ.μ. (αντων.))
rivestitùra (θηλ.ουσ) rivoltàta (θηλ.ουσ)
rivettàre (ρ. μτβ.) rivoltàto (επίθ.)
rivétto (ουσ αρσ ) rivoltatùra (θηλ.ουσ)
rivièra (θηλ.ουσ) rivoltèlla (θηλ.ουσ)
rivieràsco (επίθ.) rivoltellàta (θηλ.ουσ)
rivìncere (ρ. μτβ.) rivoltolaménto (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: