ItalianoGreco


riverènza  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [riveˈrɛntsa]

1 ευλάβεια
2 υπόκλιση
3 σεβασμός
4 σεβασμιότητα (ιερατική προσφώνηση)
5 σέβας
6 ρεβεράντζα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---