rivolgiménto
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [rivolʤiˈmento]
1 φασαρία
2 σύγχυση
3 θόρυβος
4 ραγδαία αλλαγή
5 αναταραχή
6 αναστάτωση
7 επανάσταση
8 εναλλαγή
9 περιστροφή
10 αλλαγή
11 μεταβολή
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [rivolʤiˈmento]
1 φασαρία
2 σύγχυση
3 θόρυβος
4 ραγδαία αλλαγή
5 αναταραχή
6 αναστάτωση
7 επανάσταση
8 εναλλαγή
9 περιστροφή
10 αλλαγή
11 μεταβολή
permalink
rivolgimento (ουσ αρσ )

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android