Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

maràsco (ουσ αρσ ) marcescènza (θηλ.ουσ)
maràsma (ουσ αρσ ) marchésa (θηλ.ουσ)
maràsso (ουσ αρσ ) marchesàto (ουσ αρσ )
maratóna (θηλ.ουσ) marchése (ουσ αρσ )
maratonèta (ουσ αρσ και θηλ.) marchesìna (θηλ.ουσ)
maravìglia (θηλ.ουσ) marchesìno (ουσ αρσ )
marc' (επιφ.) marchétta (θηλ.ουσ)
màrca (θηλ.ουσ) marchiàno (αρσ. επίθ και ουσ)
marcaménto (ουσ αρσ ) marchiàre (ρ. μτβ.)
marcantònia (θηλ.ουσ) marchingégno (ουσ αρσ )
marcantònio (ουσ αρσ ) màrchio (ουσ αρσ )
marcapèzzi (ουσ αρσ και θηλ.) marchionàle (επίθ.)
marcapiàno (ουσ αρσ ) màrcia (θηλ.ουσ)
marcapùnto (ουσ αρσ και θηλ.) marciàno (επίθ.)
marcàre (ρ. μτβ.) marciapiède (ουσ αρσ )
marcasìte (θηλ.ουσ) marciàre (ρ.αμτβ.)
marcassìte (θηλ.ουσ) marciatóre (αρσ. επίθ και ουσ)
marcatèmpo (ουσ αρσ ) màrcio (ουσ αρσ )
marcàto (αρσ. επίθ και ουσ) màrcio (επίθ.)
marcatóre (ουσ αρσ ) marcìre (ρ.αμτβ.)
marcatrìce (θηλ.ουσ) marcìta (θηλ.ουσ)
marcatùra (θηλ.ουσ) marcitóio (αρσ. επίθ και ουσ)
Marcaurèlio (κύρ.όν. αρσ.) marciùme (ουσ αρσ )
marcèllo (ουσ αρσ ) màrco (ουσ αρσ )
marcescènte (επίθ.) marconigrafìa (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: