Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtemperatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [temperaˈtura] η θερμοκρασία permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαtemperatura [θηλ.] ambiente = η θερμοκρασία περιβάλλοντος Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |