Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrassettàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [rassetˈtare] 1 ευπρεπίζω 2 νοικοκυρεύω 3 ανασχηματίζω 4 επισκευάζω 5 βελτιώνω 6 τακτοποιώ 7 συγυρίζω 8 επιδιορθώνω 9 διευθετώ rassettarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [rassetˈtarsi] 1 καλλωπίζομαι 2 ευπρεπίζομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |