Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrasserenàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [rassereˈnato] 1 καθαρός (για ουρανό) 2 χαρούμενος ξανά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |