Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόprèmito
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈprɛmito] 1 τανυσμός 2 σφίξιμο 3 άκαρπη προσπάθεια κατουρήματος 4 άκαρπο σφίξιμο εκκένωσης εντέρου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |